Κλείνει το μπαράκι του Βασίλη και έτσι, οριστικά, τελειώνει και η μεταπολίτευση.

.

Πολλές φορές έχω αισθανθεί να συνωμοτεί το σύμπαν ώστε να «πάθω» κάτι. Πολλές φορές αυτό το κάτι παίρνει και μορφή χρόνιας κατάστασης. Στην κατηγορία με τις όμορφες αυτές χρόνιες καταστάσεις ανήκει και το μπαράκι του Βασίλη, λατρεμένος χώρος και σημείο αναφοράς για μένα αλλά και για πολλούς άλλους.

Σήμανση για ρεζερβέ τραπέζι στο μπαράκι του Βασίλη

Όταν  πήγα για πρώτη φορά στο «μπαράκι του Βασίλη»,  ο χώρος ήταν πολύ οικείος γιατί  πριν γίνει μπαράκι ήταν η ταβέρνα του φίλου Νίκου Χρυσόγελου. Έτσι δεν παιδεύτηκα  να προσανατολιστώ και να βρω από ποια γωνιά περνάει η θετική ενέργεια. Πήγα κατ’ ευθεία  και κάθισα στη λίμνη με την γαλάζια οργόνη (τυχαίο ότι ήταν στην μπάρα;). Από τότε και για πολλά χρόνια παρακολουθούσα τακτικά, σχεδόν κάθε βράδυ για όσο χρόνο ήταν στην οδό Ζωοδόχου Πηγής, τα διάφορα που άφηνε(;) ή καλύτερα παρότρυνε να γίνονται ο Βασίλης  στον χώρο.

 Το μπαράκι ήταν στέκι καλλιτεχνών και διανοουμένων. Εκδότες αριστερών περιοδικών, νέοι σκηνοθέτες, νέοι ηθοποιοί, νέοι μουσικοί που μίλαγαν για τα όνειρά τους για τα σχέδια τους για τον κόσμο που ήθελαν να δουν να κτίζεται. Εκεί μέσα υπήρχε συνεχής όσμωση της πολιτικής σκέψης όλων των τάσεων της πλατείας σε συνδιασμό με τα καλλιτεχνικά ρεύματα. Ήταν η περίοδος που τα διάφορα στέκια (Dada, Τουταγχαμών κλπ) μαράζωναν και ο κόσμος έψαχνε για κάτι άλλο.

Σιγά σιγά το μπαράκι έγινε σκηνή. Οι πελάτες άρχισαν να αυτενεργούν, άρχισαν  να παρουσιάζουν έργα τους. Έχω την εντύπωση ότι η αρχή έγινε όταν χρησιμοποιήθηκε το μπαράκι για να γυριστεί μια σκηνή μιας ταινίας που μάλιστα έπαιζε και ο Βασίλης. Ξαφνικά οι πελάτες ζήλεψαν. Ποιος είναι ο Βασίλης που μας το παίζει και ηθοποιός; Έτσι αρχίσαμε να βλέπουμε κουκλοθέατρο, μετά άλλο βράδυ μουσική χωρίς μικρόφωνα, άλλο βράδυ μια παράσταση και πάει λέγοντας.

Αυτό μέχρι που με τον σεισμό οι μηχανικοί το  έβγαλαν κόκκινο και ο Βασίλης αναγκάστηκε να μετακομίσει στην Διδότου λίγο πιο πάνω από τα πρώτα γραφεία της ΠΠΣΠ. Ο Βασίλης ήταν στις μαύρες του (μεγαλύτερο ενοίκιο, περισσότερα έξοδα κλπ), σε αντίθεση με μένα που είχα συγκινηθεί πάρα πολύ που δύο από τους αγαπημένους κόσμους μου πλησίασαν και τοπολογικά, αλλά δεν τολμούσα να του πω τίποτα γιατί …θα με έδερνε και με το δίκιο του.

Ό,τι έζησε, αξίζει και να πεθάνει. Το μπαράκι του Βασίλη όχι μόνο έζησε, αλλά χάρισε και ζωή. Μοίρασε απλόχερα όραμα, κουλτούρα, επίπεδο.

.

Κανάλι

.
Το τελευταίο πρόγραμμα από «το μπαράκι» –> εδώ

.

.

.

Οικονομικά δεν βγαίνει, βγαίνει στη σύνταξη…

Της ΝΑΤΑΛΙ ΧΑΤΖΗΑΝΤΩΝΙΟΥ

Ένα υποκοριστικό: Το μπαράκι. Κι ένα βαφτιστικό σε γενική κτητική: Του Βασίλη. Μαζί τα δύο έβαλαν επί 25 χρόνια τη νύχτα σε ανθρώπινα μέτρα.

Γιατί είτε στη Ζωοδόχου Πηγής είτε πιο πρόσφατα στη Διδότου, «Το Μπαράκι του Βασίλη» μάς σύστησε πολλούς αδισκογράφητους και ταλαντούχους, προτού να τους εντοπίσουν η δισκογραφία και το μεγάλο κοινό. Γι’ αυτό και η είδηση ότι το στέκι που έφτιαξε ο ηθοποιός Βασίλης Τσιπίδης κλείνει, σήμανε κι ένα τέλος εποχής. Κι ας ήταν ο χώρος της Διδότου μια σταλιά (80 θέσεων). Ετσι χωρούσε μια χαρά στην ατζέντα όσων έψαχναν να ανακαλύψουν καινούργια πράγματα.

Φως, νερό, τηλέφωνο

«Η απόφαση να κλείσουμε ήταν συγκυρία πολλών πραγμάτων», εξηγεί ο Βασίλης που ξεκίνησε και παραμένει ηθοποιός-«φως, νερό, τηλέφωνο απλήρωτα», όπως συμπληρώνει γελώντας. «Ηρθε η ώρα να βγω στη σύνταξη. Εφτασα και σε μια ηλικία που δεν μπορώ πια να τρέχω από συναυλία σε συναυλία κι έτσι να βρίσκω νέους μουσικούς ή να με βρίσκουν. Κι ύστερα, κακά τα ψέματα, άλλαξε η νύχτα, ο κόσμος δεν πολυκυκλοφορεί κι αν βγει δεν μπορεί να πάρει δεύτερο ποτό κι εμείς δεν βγάζουμε πια ούτε τα έξοδά μας».

Τέλη Ιουνίου θα κλείσει οριστικά το μπαράκι που ακόμα κι αν πωληθεί, όπως ευελπιστεί ο ιδιοκτήτης του, δεν θα είναι πια «του Βασίλη».

Ο ίδιος επιστρέφει νοερά στη Ζωοδόχου Πηγής πριν από δυόμισι δεκαετίες, όταν παρέλαβε ένα ποτάδικο και μέσα σ’ ένα εξάμηνο καθιέρωσε live δύο φορές την εβδομάδα κι ύστερα «υπήρξα ο πρώτος», όπως λέει με καμάρι, «που εφάρμοσε τη μέθοδο εναλλάξ σχήματα όλη την εβδομάδα».

Θυμάται το πρώτο πρώτο live; «Φυσικά. Ηταν ο Αλέκος Βασιλάτος στο κοντραμπάσο, ο Γιάννης Φιλίππου στα κρουστά κι εγώ που με συνοδεία τη μουσική τους διάβαζα παραμύθια. Μετά ήρθε ο Σωκράτης Σινόπουλος κι άλλοι μουσικοί που τους ήξερα και μου ζητούσαν να παίξουν 1-2 βράδια. Κι ο συγχωρεμένος ο Περικλής Χαρδάς που ‘χε γράψει το «Κι εσύ τρελή με τυραννάς». Μετά ο Γιώργος Γαβαλάς κι ο Δημήτρης Ζαφειρέλης που είχαν την μπάντα «Υγρό Πυρ» κι έπαιζαν ροκ. Κι έτσι μας έμαθαν. Στόμα στόμα, γίναμε στέκι».

Ο Ρος Ντέιλι

Εκεί προτιμούσε να εμφανίζεται ο Ρος Ντέιλι όσο ακόμα ζούσε στην Αθήνα. Από εκεί ξεκίνησαν ως μια άγνωστη νεανική μπάντα οι «Μέρες Αδέσποτες», προτού καν η μουσική παρέα του Χρήστου Θηβαίου, του Τάσου Λώλη, του Αλέκου Βασιλάτου κι αργότερα και του Βασίλη Βασιλάτου να μετονομαστούν «Συνήθεις Υποπτοι» και να διαγράψουν μια πολύ ενδιαφέρουσα τροχιά στην ελληνική μουσική σκηνή. Εκεί βρήκε στέγη η ιδιόμορφη και πολύ ενδιαφέρουσα τραγουδοποιία της Δανάης Παναγιωτοπούλου. Κι εκεί πρωτακούσαμε τον Γιάννη Χαρούλη, προτού ο Κρητικός τραγουδιστής να αρχίσει να γεμίζει πατείς με-πατώ σε τις πιο mainstream μουσικές σκηνές. Να θυμίσουμε κι άλλους σπουδαίους που πήραν σ’ αυτό το παταράκι το βάπτισμα του πυρός ή, έστω, βρήκαν πρόθυμο οικοδεσπότη τον Βασίλη; «Παλαϊνά Σεφέρια», Ζαχαρίας Σπυριδάκης, Χάρης Λαμπράκης, Χρήστος Τσιαμούλης κ.ά.

«Είχα μια ικανότητα να μυρίζομαι ποιος θα μείνει στον χώρο. Δεν μπορώ να το εξηγήσω με τη λογική. Αλλά όλα έχουν μια εξήγηση. Εβλεπα ποιος είναι ταγμένος να μείνει στη μουσική. Γιατί άλλοι, παρά το ταλέντο τους, φαίνονταν ότι είχαν το ένα πόδι έξω από το χώρο. Αλλά δεν στηρίξαμε μόνο εμείς τα νέα παιδιά. Μας στήριξαν κι αυτά», λέει ο Βασίλης, που λόγω εμπειρίας συμβούλευε πρόθυμα τους νέους μουσικούς και τραγουδιστές -«να πας να κάνεις ορθοφωνία», τους έλεγε.

Τι άλλο θυμάται; Τα πρώτα βράδια με τους «Συνήθεις Υπόπτους». «Δεν είχαμε πολύ κόσμο. Κι όμως επειδή μου άρεσαν ο στίχος κι αυτή η μελαγχολία στη μουσική τους, κατάλαβα ότι κάτι έχουν να πουν. Κι έτσι τους έδωσα παραπάνω μέρες. Ενα βράδυ ήρθε γκεστ κι ο Αλκίνοος. Σιγά σιγά τους γνώρισε ο κόσμος κι άρχισε να γίνεται χαμός».

Σιωπή

Ο κόσμος ερχόταν για να ακούσει ευλαβικά. «Δεν μιλούσε κανείς. Θυμάμαι μάλιστα ένα βράδυ, που ‘χα βγει και κάτι έφτιαχνα στο πεζοδρόμιο, άκουσα τρία παιδιά να μιλάνε μεταξύ τους. «Τι ‘ναι εδώ;» ρώτησε ο ένας. «Είναι ένα μπαρ που πληρώνεις και δεν σ’ αφήνουν να μιλάς», του απάντησε ο άλλος».

Το απόσταγμα; «Ωραία περάσαμε. Ανεπανάληπτα βράδια. Αλλά τώρα, τέλος…».

Πηγή –> εδώ

.

Περισσότερα και πιο ιδιωτικά

…στο Kanali
Τον κατέστρεψε το “Κανάλι”…

…στον Έφηβο
Ο Βασίλης Τσιμπίδης καταστράφηκε απο την μουχρίτσα! (Updated)
Το μυστήριο του Βασίλη Τσιπίδη!!!
Στο μπαράκι του Βασίλη με τους Graviton

…στης Άφρος
Ζουν ανάμεσά μας #2  

.

Στον …Πόντο και Αριστερά
R.I.P. (20 Ιούλη 2013) Καλό ταξίδι Βασίλη…

9 comments on “Κλείνει το μπαράκι του Βασίλη και έτσι, οριστικά, τελειώνει και η μεταπολίτευση.

  1. @Ροδιά,
    δηλαδή παίζει να κάναμε και κολλητή παρέα;

    @Theorema
    …και είναι μια μόνο εικόνα από τις πολλές. Ο ίδιος ο Βασίλης είναι μια ολόκληρη ιστορία.
    Συνοπτικά :
    Η οικογένειά του… πρόσφυγες από τον Πόντο στο Βατούμι του Καυκάσου.
    Ο ίδιος ενός έτους, ως “εχθρός του λαού”, εκτοπίστηκε μαζί με την οικογένειά του στην Κεντρική Ασία.
    1965… έξοδος προς τη “μητέρα-πατρίδα”, την Ελλάδα. Νέα προσφυγιά σ’ έναν άξενο τόπο, που ακόμα μέχρι σήμερα δεν κατανόησε το φαινόμενο του ποντιακού ελληνισμού!
    1967: χούντα… αντίσταση… φυλακές !
    Από το 1965 και για περισσότερα από τριανταπέντε χρόνια η Ελλάδα αρνιόνταν να του δώσει διαβατήριο και ο Βασίλης κυκλοφορούσε με διαβατήριο του ΟΗΕ. Μόλις πριν δέκα περίπου χρόνια απόκτησε ελληνική υπηκοότητα και ελληνική ταυτότητα.

    Να είσαι καλά εκεί στα «ξένα»…

  2. Παράθεμα: -Καλό ταξίδη Βασίλη… « Πόντος και Αριστερά

  3. Παράθεμα: Καλό ταξίδι Βασίλη… | ΕΞΑΡΧΕΙΑ

  4. Παράθεμα: Πόντος και αριστερά-Καλό ταξίδι Βασίλη… | ΑΡΙΣΤΕΡΕΣ ΔΡΑΣΕΙΣ

  5. Παράθεμα: Από το «Μπαράκι του Βασίλη» στη γειτονιά των αγγέλων…… | Und ich dachte immer

  6. Παράθεμα: Στο καλό Βασίλη | Κανάλι

Σχολιάστε