Όταν ο Πικάσο συνάντησε τον Μανώλη Γλέζο

 

 

Του Ηλια Μαγκλινη
Καθημερινή 9.9.2007

 

Βρισκόμαστε στα 1958. Ο Μανώλης Γλέζος συλλαμβάνεται για τέταρτη φορά και παραπέμπεται σε δίκη με την κατηγορία της κατασκοπείας, επειδή είχε συναντήσει τον Κώστα Κολιγιάννη, ο οποίος ασκούσε χρέη Γενικού Γραμματέα του ΚΚΕ και είχε μπει παράνομα στην Ελλάδα. Στη δίκη του ο Μ. Γλέζος θα δηλώσει ότι ήταν τριπλό του καθήκον αυτή η συνάντηση: ως ανθρώπου, επειδή γνώριζε προσωπικά από παλιά τον Κολιγιάννη· ως επαγγελματία, διότι ήταν δημοσιογράφος και η παρουσία του Κολιγιάννη στην Ελλάδα ήταν είδηση· και ως κομμουνιστή που η επαφή με το ανώτερο στέλεχος του κόμματος ήταν αναντίρρητη υποχρέωση. Τελικά, ο Μ. Γλέζος θα καταδικαστεί σε πενταετή κάθειρξη για συνεργία σε κατασκοπεία και θα φυλακιστεί από το 1959 έως το 1962.

 

Συνέχεια

Ο βασιλιάς του τρακ

 

«…Τυπικά ο επιφανής πρωταγωνιστής του μυθιστορήματος είναι άλλος, και όχι ο Μπίλυ. Άλλος στέφεται βασιλιάς στη ροή της πλοκής. Άλλος δίνει τον τίτλο στο βιβλίο αυτό, και όχι δίχως λόγο. Κατά βάθος όμως, και παρότι ο ρόλος του παραμένει από την αρχή ως το τέλος διακριτικός – κομπάρσος θα έλεγε κανείς, κάνοντας μέγα λάθος – μέσα στην καρδιά μου αυτό το βιβλίο είναι το λαγούμι του Μπίλυ. Που είναι έντιμος, παράξενος, αυστηρός, με ασυνήθιστα ερωτικά γούστα, δύστροπο χαρακτήρα και μια γοητεία σατανική. Μέσα σε αυτό και μέσα από αυτό το λαγούμι του μιλά, σιωπά, αγαπά, μισεί και κινεί τα νήματα, παραιτείται ή επιμένει. Πολεμά. Κυριαρχεί καθ’ όλη τη διάρκεια αυτής της παράδοξης διήγησης ως κεντρική (έμμονη) ιδέα. Ζει στη σκιά, έχει όμως τον τρόπο να λάμπει σαν να τον φώτιζαν δεκατρία φεγγάρια.

Ποιος είπε πως ένας συγγραφέας που γεννά ήρωες δεν έχει τις προτιμήσεις του; Πως δεν μπορεί να αγαπά κάποιον περισσότερο από τους άλλους, παρότι σίγουρα τους νοιάζεται όλους εξίσου πολύ; Νομίζω πως στο βιβλίο διακρίσεις δεν έκανα. Ο Μπίλυ περιγράφεται όπως όλοι οι άλλοι χαρακτήρες. Στη συγκίνησή μου και στην τρυφερότητά μου όμως, είναι βέβαιο, η αδυναμία μου είναι αυτός.

Ο Βασιλιάς του τρακ κάθισε στα ράφια των βιβλιοπωλείων αναπαυτικά, και θα περιμένει παρέα. Χέρια να τον αγγίξουν, μάτια να τον δουν και στομάχια για να τα δέσει με τους όμορφους, περίτεχνους κόμπους του. Σαν μια πολύχρωμη φωτογραφία του Αράκι.

Ο Βασιλιάς του τρακ είναι το πιο τρυφερό βιβλίο μου. Τους ήρωές μου τους αγαπάω πολύ. Τον Μπίλυ τον λατρεύω. Αυτό όμως είναι μυστικό, γι’ αυτό και σας παρακαλώ να μην το πείτε πάρα έξω…»

Μαρία Πετρίτση

trak

Συνέχεια

Καλό ταξίδι Θόδωρε

 

«Αποχαιρετούμε τον ποιητή του Χρόνου και της Ιστορίας, τον ραψωδό της ερημωμένης πατρίδας, της πατρίδας που διαρκώς εξεγείρεται. Αποχαιρετούμε τον διαλεκτικό της επανάστασης και της ήττας, της εξορίας και της επιστροφής, του διωγμού, της προσφυγιάς και της αναζήτησης, της ενσωμάτωσης και της σύγκρουσης. Αποχαιρετούμε τον τραγικό του τέλους του 20ού αιώνα, τον επικό των σπαραγμένων Βαλκανίων, τον λυρικό των ξεριζωμένων λαών. Αποχαιρετούμε τον οραματιστή που ξαναέδειξε γυμνή την Ελλάδα, τον ανατόμο της ιστορικής επιλογής. Αποχαιρετούμε το καθαρό βλέμμα του ριζοσπάστη αισθητικού. Το σώμα του έσβησε εκεί όπου ετάχθη. Η σκέψη και οι εικόνες του ανήκουν στη μνήμη του λαού μας»

Η Ελένη Γερασιμίδου εκ μέρους του Σωματείου Ελλήνων Ηθοποιών, στην κηδεία του Θ. Αγγελόπουλου

 

.

Πηγή «Η Λέσχη» –> εδώ

 

 

Ο Θίασος –> εδώ

 

Ένα δεκάλεπτο σε φιλμ όλα τα λεφτά –> εδώ

 

 

 

.

.

Έφυγε από την ζωή ο μεγάλος δάσκαλος της Ελληνικής φωτογραφίας, ο Κώστας Μπαλάφας.

 

Έφυγε από την ζωή ο μεγάλος δάσκαλος της Ελληνικής φωτογραφίας, ο Κώστας Μπαλάφας.
Ο φωτογράφος του κοινωνικού προβληματισμού. 
Ο άνθρωπος που αγάπησε την Ελλάδα και την υπηρέτησε με καλλιτεχνική συνέπεια χωρίς συμβιβασμούς και σκοπιμότητες. 
Αντίο Δάσκαλε.

 

mpalafas

Ο Κώστας Μπαλάφας γεννήθηκε το 1920 στο ορεινό χωριό Κυψέλη της Άρτας από φτωχούς γονείς αγρότες, τον Γιώργο και την Αρχοντούλα. «Εκεί που», όπως λέει ο ίδιος, «οι άνθρωποι παιδεύονται να επιβιώσουν, οργώνοντας την άγονη γη, λες και στύβουν με τα χέρια τους γυμνά το ξερό χώμα και το ποτίζουν με ιδρώτα, ώσπου να δώσει καρπούς. Αναγκαία λύση για την επιβίωση ήταν ο δρόμος της ξενιτιάς, ένα όνειρο αρκετά απατηλό. Το μήνυμα που κυριαρχούσε ειδικά για τους νέους ήταν: «Φύγε να σωθείς». Πάρα πολλοί έφυγαν…»
Συνέχεια

Κλείνει το μπαράκι του Βασίλη και έτσι, οριστικά, τελειώνει και η μεταπολίτευση.

.

Πολλές φορές έχω αισθανθεί να συνωμοτεί το σύμπαν ώστε να «πάθω» κάτι. Πολλές φορές αυτό το κάτι παίρνει και μορφή χρόνιας κατάστασης. Στην κατηγορία με τις όμορφες αυτές χρόνιες καταστάσεις ανήκει και το μπαράκι του Βασίλη, λατρεμένος χώρος και σημείο αναφοράς για μένα αλλά και για πολλούς άλλους.

Σήμανση για ρεζερβέ τραπέζι στο μπαράκι του Βασίλη

Όταν  πήγα για πρώτη φορά στο «μπαράκι του Βασίλη»,  ο χώρος ήταν πολύ οικείος γιατί  πριν γίνει μπαράκι ήταν η ταβέρνα του φίλου Νίκου Χρυσόγελου. Έτσι δεν παιδεύτηκα  να προσανατολιστώ και να βρω από ποια γωνιά περνάει η θετική ενέργεια. Πήγα κατ’ ευθεία  και κάθισα στη λίμνη με την γαλάζια οργόνη (τυχαίο ότι ήταν στην μπάρα;). Από τότε και για πολλά χρόνια παρακολουθούσα τακτικά, σχεδόν κάθε βράδυ για όσο χρόνο ήταν στην οδό Ζωοδόχου Πηγής, τα διάφορα που άφηνε(;) ή καλύτερα παρότρυνε να γίνονται ο Βασίλης  στον χώρο.

Συνέχεια

«Όλα λάθος» της Μαρίας Πετρίτση


Ένα ξεχωριστό βιβλίο, μερικές αισιόδοξες σκέψεις

Αν θέλουμε να βρούμε τις ρίζες της σημερινής κρίσης, θα πρέπει να ταξιδέψουμε πολύ πίσω στο χρόνο. Όμως, σίγουρα, η δεκαετία του ’80, ελάχιστα μελετημένη από καλλιτέχνες και ιστορικούς θα μπορούσε να μας δώσει πολλά «κλειδιά» για να διαβάσουμε το σήμερα. Το Όλα λάθος, της Μαρίας Πετρίτση (εκδόσεις Κέδρος) μας προσγειώνει στην ελληνική επαρχία εκείνης της δεκαετίας και χωρίς να κάνει άμεσες πολιτικές αναφορές, μέσα από την εξαιρετική αποτύπωση της καθημερινότητας της εποχής, μέσα από τα πορτρέτα ανθρώπων από διάφορες γενιές μάς δίνει ένα μίτο της Αριάδνης για να «διαβάσουμε» το λαβύρινθο.
Ενδιαφέροντες αντιφατικοί ήρωες, μακριά από το άσπρο και το μαύρο, η αδυναμία να ζήσουμε της ζωή μας, αλλά και οι επιπτώσεις που μπορεί να έχει αν βρούμε τη δύναμη να το κάνουμε. Η δύσκολη εφηβεία που ψάχνει να βρει δρόμους και συχνά πέφτει σε αδιέξοδα… Η συγγραφέας μέσα από τις αφηγήσεις σε πρώτο πρόσωπο των ηρώων της, φτιάχνει ένα πολυφωνικό μυθιστόρημα, από τα πιο ενδιαφέροντα που διαβάσαμε τον τελευταίο καιρό.

Στο Δρόμο του Σαββάτου, δημοσιεύτηκε μια συνέντευξη από τη Μαρία Πετρίτση.

Συνέχεια

«Επάγγελμα Ερωτευμένη» της Κατερίνας Μπέη


“Άλλος θέλει να γίνει πλούσιος. Άλλος διάσημος. Εγώ πάλι, πάντα ήθελα να γίνω “Μούσα”. Να ζω τυλιγμένη σε ένα φούξια μποά, να τρώω φράουλες, να πίνω αψέντι, να ποζάρω με ηδυπάθεια ανάμεσα σε μήλα και λουλούδια για αμφιλεγόμενους καλλιτέχνες και να γίνομαι ποίημα, ταινία, βιβλίο, ζωγραφικός πίνακας. Όχι ότι έχω καμιά ένδειξη γι αυτό. Κάθε άλλο… Απλά έχω αποφασίσει να δραπετεύω στον κόσμο της φαντασίας, όπου το ανέφικτο είναι εφικτό, κι εγώ, το ασήμαντο ασχημόπαπο, είμαι ένας εξωτικός κύκνος που αποθεώνεται από όλα τα πουλιά της λίμνης».

Συνέχεια

Ιάκωβος Καμπανέλης : «Ο Δραπέτης»

 

Αντί για αντίο

Ταβέρνα του Σταμάτη, Βυρό Κέρκυρας
Τραγούδι : Μιχάλης Παγκράτης, Χρήστος Χαλικιόπουλος.
Κιθάρα : Χρήστος Χαλικιόπουλος.
Αύγουστος 2008

Mαουτχάουζεν (The Balad of Mauthausen) ονομάστηκε ο κύκλος τραγουδιών του Μίκη Θεοδωράκη, τα οποία αποτελούν μελοποίηση -κατά κύριο λόγο- του αφηγηματικού έργου Μαουτχάουζεν του Ιάκωβου Καμπανέλλη, στο οποίο περιγράφεται ο έρωτας δύο κρατουμένων στο ομώνυμο στρατόπεδο συγκέντρωσης.

Κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου ο ποιητής Ιάκωβος Καμπανέλλης φυλακίστηκε στο στρατόπεδο συγκέντρωσης του Μαουτχάουζεν. Το 1965 έγραψε τέσσερα ποιήματα που αφορούσαν εκείνη την περίοδο και ζήτησε από τον καλό του φίλο και συνθέτη Μίκη Θεοδωράκη να τα μελοποιήσει. Ο Θεοδωράκης, ο οποίος είχε φυλακιστεί και ο ίδιος κατή τη διάρκεια της Γερμανικής κατοχής σε γερμανικές και ιταλικές φυλακές, δημιούργησε όμορφες και αξέχαστες μελωδίες που αναδεικνύουν τα συγκινητικά ποιήματα του Καμπανέλλη. Εκείνα τα ποιήματα έγιναν έκτοτε παγκοσμίως γνωστά ως η τριλογία του Μαουτχάουζεν. Η συμβολή της τραγουδίστριας Μαρίας Φαραντούρη ήταν καθοριστική.

Στην αρχική ελληνική έκδοση του έργου, που ηχογραφήθηκε το 1966, περιλαμβάνονται τέσσερα μελοποιημένα ποιήματα του Καμπανέλλη («Άσμα ασμάτων», «Ο Αντώνης», «Ο δραπέτης» και «Όταν τελειώσει ο πόλεμος») καθώς και άλλων ποιητών («Κουράστηκα να σε κρατώ» του Δημήτρη Χριστοδούλου, «Ο ίσκιος έπεσε βαρύς» του Γεράσιμου Σταύρου, «Πήρα τους δρόμους του ουρανού» του Τάσου Λειβαδίτη, και «Στου κόσμου την ανηφοριά», «Το εκκρεμές» και «Τ’ όνειρο καπνός» του Νίκου Γκάτσου). Τραγουδάει η Μαρία Φαραντούρη.

Στην αγγλική/εβραϊκή έκδοση του έργου («The Mauthausen Cantata»), που ηχογραφήθηκε μεταξύ των ετών 1995 και 1999, περιλαμβάνονται τα τέσσερα μελοποιημένα ποιήματα του Καμπανέλλη σε τρεις γλώσσες: την Ελληνική, την Εβραϊκή και την Αγγλική. Το ύφος των τραγουδιών ποικίλει ανάμεσα στις γλωσσικές αποδόσεις μεταξύ της τζαζ και της κλασικής μουσικής. Τραγουδάνε η Μαρία Φαραντούρη, η Ελινόαρ Μοάβ Βενιάδη και η Νάντια Βάινμπεργκ. Στο τέλος αυτής της έκδοσης περιλαμβάνονται τα λόγια ενός επιζήσαντα από το Ολοκαύτωμα, του Σιμόν Βίσενταλ, ο οποίος ήταν κρατούμενος στο Μαουτχάουζεν.

Από το ψηφιακό αρχείο της ΕΡΤ δες –> εδώ

 

.

 

 

Αντίο Μανώλη Ρασούλη

 

Στίχοι: Μανώλης Ρασούλης
Μουσική: Νίκος Ξυδάκης
Πρώτη εκτέλεση: Νίκος Παπάζογλου & Δημήτρης Κοντογιάννης ( Ντουέτο )

Κάτσε θάνατε και πες μου
το δικό σου πόνο
Αν αγάπησες ποτέ σου
σ’ άφησαν μια νύχτα μόνο

Αχ τη ζωή αγάπησα
που πήγα να πεθάνω
όλο τη κλέβω τη νυχτιά αμάν αμάν
μα την αυγή τη χάνω
όλο την κλέβω τη νυχτιά βρε αμάν αμάν
μα την αυγή τη χάνω

Στείλε χάρε να χαρείς
κάποιον να με πάρει
αγαπήσαμε την ίδια
μα αυτή δεν μας γουστάρει

Έλα Παναγιά μαζί μας

.

.

«Έφυγε» ο Μανώλης Ρασούλης  

Νεκρός βρέθηκε σήμερα το πρωί από φίλους του ο καλλιτέχνης Μανώλης Ρασούλης, στο σπίτι του στη Θεσσαλονίκη. Σύμφωνα με τα πρώτα στοιχεία του ιατροδικαστή ο θάνατός του είχε προέλθει πριν από τέσσερις ημέρες.

Πολλές φορές ο Ρασούλης διαφώνησε με το λεγόμενο «μουσικό καθεστώς», όπως και με τις δισκογραφικές εταιρείες και δεν δίστασε να αποχωρήσει, εκφράζοντας ελεύθερα τις απόψεις του. Θεωρήθηκε «αιρετικός» και «εκκεντρικός» και τα τελευταία χρόνια σχεδόν αποσύρθηκε από τα καλλιτεχνικά δρώμενα. Ο Μανώλης Ρασούλης γεννήθηκε στο Ηράκλειο της Κρήτης στις 28 Σεπτεμβρίου 1945.

Γιός ενός χρυσοχόου, στα παιδικά του χρόνια έψαλε στον Πολιούχο ‘Αγιο Μηνά. Σπούδασε κινηματογράφο στην Αθήνα και ξεκίνησε την καλλιτεχνική του πορεία τραγουδώντας ερασιτεχνικά στην Πλάκα, ενώ παράλληλα δούλευε στην εφημερίδα της αριστεράς «Δημοκρατική Αλλαγή».

Στην διάρκεια της δικτατορίας φεύγει για το Λονδίνο, όπου και θα παραμείνει 6 χρόνια. Οργανώνεται στο Τροτσκιστικό κίνημα όπου και γνωρίζεται με την Βανέσα Ρεντγκρεϊβ με την οποία δυο φορές συνεργάστηκε σε πολιτικές παραστάσεις. Στο Λονδίνο έγινε και συνεκδότης της εφημερίδας Σοσιαλιστική Αλλαγή.

Τον Μαϊο του ‘68 πήρε μέρος στην εξέγερση των φοιτητών στο Παρίσι. Λίγο μετά τα γεγονότα του Πολυτεχνείου έρχεται στην Ελλάδα και η μεταπολίτευση θα τον βρει εργαζόμενο στα ναυπηγεία του Ανδρεάδη. Τότε είναι που τον καλεί και ο Μάνος Λοϊζος και τραγουδούν μαζί τα «Νέγρικα» με την Μαρία Φαραντούρη.

Η συνεργασία του με το Νίκο Ξυδάκη στα «Δήθεν» είναι που θα τον καθιερώσει ως έναν από τους σημαντικότερους Έλληνες μουσικούς της γενιάς του, με επιτυχίες όπως «Αχ Ελλάδα», «Οι μάγκες δεν υπάρχουν πια», « Πότε Βούδας, πότε Κούδας», « Το κοτλέ παντελονάκι», « Τίποτα δεν πάει χαμένο». Τα τραγούδια του έγιναν γνωστά σε Ισραήλ, Τουρκία, Σερβία μέχρι και την μακρινή Ιαπωνία.

 

Πηγή από τις εφημερίδες

Δεν πληρώνω – Δεν πληρώνω (Ντάριο Φο) Το σενάριο

  

  

ΛΟΥ. Το κατάλαβες τώρα επιτέλους;

ΤΖΟ. Και βέβαια το κατάλαβα. Σήμερα κατάλαβα πράγματι ότι πρέπει ν’ αλλάξουμε τακτική. Να κρατάμε ανοιχτά τα μάτια μας και να παίρνουμε αυτό που μας ανήκει. Αυτός είναι ο νέος τρόπος που πρέπει ν’ αγωνιζόμαστε. Αυτό είναι που τους καίει.

ΑΝΤ. Ακριβώς. Όπως το ‘παν οι εργάτες χτες απ’ το σούπερ-μάρκετ. Αυτός είναι ένας καινούργιος τρόπος απεργίας σύμφωνα με τον οποίο τ’ αφεντικά χάνουνε και πληρώνουν.

ΛΟΥ. Έτσι είναι το σωστό. Δεν πρέπει ποτέ στ’ αφεντικά να φέρνεσαι με το γάντι.

ΤΖΟ. Σ’ ένα καπιταλιστή δεν πρέπει ποτέ να λες: «αχ, σας παρακαλώ, θα μπορούσατε λιγάκι να μου κάνετε λίγο χώρο ν’ αναπνεύσω κι εγώ; θα μπορούσατε να είστε λίγο πιο καλός, με λίγη περισσότερη κατανόηση; Ας συμφωνήσουμε…»
Όχι! Ο μόνος τρόπος για να μιλήσεις μαζί τους είναι να τους στριμώξεις στον καμπινέ, να τους χώσεις το κεφάλι μες στη λεκάνη και να τραβήξεις το καζανάκι.
Μόνο έτσι θα μπορέσουμε να φτιάξουμε ένα καλύτερο κόσμο, ίσως με λιγότερο φανταχτερές βιτρίνες, ίσως με λιγότερες λεωφόρους, αλλά με λιγότερες λιμουζίνες, με λιγότερους απατεώνες. Τους πραγματικούς απατεώνες, αυτούς τους μισάνθρωπους με τις χοντρές κοιλιές.
Κι έτσι θα ‘χαμε δικαιοσύνη. Έτσι, εμείς που βγάζουμε πάντα το φίδι απ’ τη τρύπα για τους άλλους, θα μπορούμε επιτέλους να σκεφτούμε και τον εαυτό μας.
Να κτίζουμε σπίτια που να ανήκουν σε μας… να ζούμε μια ζωή που θά ‘ναι ολότελα δική μας. Να ζούμε σαν ολοκληρωμένοι άνθρωποι τέλος πάντων. Να ζούμε σ’ ένα κόσμο που η επιθυμία σου να γελάσεις, ξεσπά από μέσα σου σα γιορτή, η επιθυμία να παίξεις και να γιορτάσεις… κι επιτέλους να κάνεις μια δουλειά που να σ’ ευχαριστεί… σα κανονικοί άνθρωποι κι όχι σα ζώα που ζούνε και υπάρχουνε χωρίς χαρά και φαντασία.
(πρώτα σιγά και μετά όλο και πιο δυνατά λένε κι άλλοι τα λόγια του Τζοβάνι)

ΤΖΟ. Ένας κόσμος που μπορεί κανείς να δει ξανά ότι υπάρχει ακόμη ένας ουρανός… τα λουλούδια που ανθίζουν… ότι ακόμα υπάρχει άνοιξη… και τα κορίτσια που γελούν και τραγουδούν.
(Προχωρούν στο μπροστινό μέρος της σκηνής)
Κι όταν μια μέρα πεθάνεις, δε θα πεθάνεις σα γέρος, πεταμένος σα στημένη λεμονόκουπα, αλλά σαν άνθρωπος που ‘ζησε ελεύθερος κι ευχαριστημένος μαζί με τους άλλους ανθρώπους…

(σιγά σιγά σβήνει το φως ενώ λέγονται οι τελευταίες λέξεις)

ΤΕΛΟΣ

 

 

Με αριστερό κλικ στην επόμενη εικόνα θα κατεβάσετε το σενάριο του θαυμάσιου αυτού έργου του Ντάριο Φο (Βραβείο Νόμπελ 1997).
Η φωτογραφία είναι από μια παράσταση με πρωταγωνιστές τον Στέφανο Ληναίο και την Έλλη Φωτίου. Εγώ είδα το έργο με αυτούς τους πρωταγωνιστές το 1979 στο θέατρο Άλφα. Η φωτογραφία είναι από μεταγενέστερη παράσταση.

 

 

Μίκης Θεοδωράκης: 1000 τραγούδια για ελεύθερη διάδοση

 

Πηγή Allu Fun Marx

.

«Μια ομάδα από φίλους της μουσικής του Μίκη Θεοδωράκη διάλεξε 1000 τραγούδια από το έργο του, και πρότεινε την δωρεάν διάδοση από χέρι σε χέρι των 50 CD που προέκυψαν. Την πρόταση αυτή την αποδέχτηκε με χαρά ο Μίκης μέσα από την τηλεοπτική εκπομπή της ΝΕΤ ‘Στην Υγειά Μας’.

Συνέχεια

Finito la musica, passato la fiesta

 

Επιστροφή στο σπίτι μετά από τις διακοπές. Πάλι καλά που και φέτος καταφέραμε να κλέψουμε λίγες μέρες. Ας ελπίσουμε ότι και του χρόνου θα έχουμε αυτήν την πολυτέλεια και δεν θα έχουν απαγορευτεί οι διακοπές με κανένα έκτακτο νόμο που θα μας συμμορφώνει με κάποιο μνημόνιο. 

Φέτος όλες τις διακοπές τις περάσαμε στην Κέρκυρα. 

Την ομορφιά της Κέρκυρας την ανακάλυψα μεγάλος, κάπου εκεί λίγο πριν τα τριάντα. Μετά την Κρήτη και τα άλλα νησιά του Αιγαίου. Πρέπει να έχεις κάπως ωριμάσει για να καταλαβαίνεις την ποιότητα.
Ήδη γοητευμένος με πολλά μέρη της Ελλάδας, ένα ξημέρωμα έμεινα άφωνος από τα χρώματα και τα σχήματα όταν το πλοίο περνούσε δίπλα από το παλιό φρούριο και προσέγγιζε το λιμάνι. Η παλαιά πόλη με τα μουντά πολύχρωμα σπίτια ανάμεσα στο παλιό και στο νέο φρούριο είναι  εικόνα από άλλη εποχή. 

   

Συνέχεια

Γεια σου βρε μπαγάσα Νικόλα…

…γεννήθηκε 20.08.1949 στην Θεσσαλονίκη…

Στίχοι: Νικόλας Άσιμος
Μουσική: Νικόλας Άσιμος
Πρώτη εκτέλεση: Σωτηρία Λεονάρδου & Νικόλας Άσιμος ( Ντουέτο )

Εγώ με τις ιδέες μου
κι εσείς με τα λεφτά σας,
νομίζω πως τα θέλετε μονά ζυγά δικά σας,
δε θέλω την κουβέντα σας
ούτε τη γνωριμιά σας.

Θα χτυπήσω εκεί που σας πονάει,
κανένα δε θα αφήσω εμένα να κερνάει.
θα με χρίσω ιππότη και τζεντάι
και άμα ξεμεθύσω
σας λέω και γκοντμπάι.

Και οι θεοί σαν πείθονται
εάν υπάρχει ανάγκα,
για πόλεμο δεν έκανα
ποτέ εγώ το μάγκα
και ούτε νεροπίστολο
δεν έχω στην παράγκα.

Θα τραβήξω το δρόμο μου όσο πάει
κανένα δε θα αφήσω
εμένα να κερνάει,
Θα απολύσω κι όποιον με περιγελάει,
χιλιάδες δυο αλήθειες
ο πόνος μου γεννάει.

Εγώ στα δίνω έτοιμα
κι εσύ τα θες δικά σου
λιγούρα που σε έδερνε
παρ’ όλα τα λεφτά σου
και ούτε στο νυχάκι μου
δε φτάνει η αφεντιά σου.

Δε σε παίρνει εμένα να κοιτάξεις
χωρίς καμιά ουσία εσύ
θα τα τινάξεις.
Είσαι θύμα του νόμου και της τάξης
δεν ξέρεις καν το λόγο
για να με υποτάξεις

Έτσι θέλω να τον θυμάμαι, όπως ήταν το 1981(;) με την Νιουνιού στην Ελαφόνησο.


Νικόλας Άσιμος

Μια μοναχική φιγούρα σιωπηλά ανηφορίζει το λόφο του Στρέφη, διασπώντας το μισοσκόταδο της σκέψης, καθώς ο άνεμος απλώνει βιαστικά έναν ψίθυρο… «Νικόλας Άσιμος. Ουχί Νίκος, ουδέ Νικόλαος. Νικόλας και το «Άσιμος» με γιώτα…»

«…Ήταν σαν να πέρασε από δώ ο Έτσι και να μας έδωσε ζωή, και να γινήκαμε όλοι έτσι, και ξαναφεύγοντας ο Έτσι ρούφηξε όλη τη ζωή, παίρνοντας πίσω ό,τι είχε δώσει. Μαζί και μια σταγόνα απ’ τον καθέναν. Ίσως του χρειαζόταν για να ‘χει τη δύναμη να περπατά, για το αίμα που ‘χε χάσει. Ίσως αυτό νομίζουν όλοι. Κι ίσως γι’ αυτό τον αποφεύγουν, τον βρίζουν και τον θεωρούν αλήτη. Ίσως το πήρα κι εγώ έτσι. Αλλά τον ξέρω ‘γώ τον Έτσι. Και ήμουν πριν κι εγώ σαν Έτσι. Θέλει κουράγιο να ‘σαι Έτσι. Για να μπορείς να παραμένεις έτσι, πρέπει να παίζεις την ψυχή σου. Κι εγώ το ξέρω, δεν είν’ έτσι. Και ο καθένας είν’ ο Έτσι…»

Νικόλαος Ασημόπουλος ήτανε το επίσημό του όνομα.
Γεννήθηκε στις 20 Αυγούστου του 1949 στη Θεσσαλονίκη όπου μετέβησαν οι γονείς του για την γέννησή του. Αμέσως μετά επέστρεψαν στην πόλη της Κοζάνης όπου και διέμεναν.
Ο πατέρας του, ο Λάζαρος, ήταν έμπορος γυαλικών και φιαλών υγραερίου, ενώ η μητέρα του ονομαζόταν Μαρίκα. Ο Νικόλας ήταν ο πρωτότοκος. Ακολούθησαν οι Βασίλης (1952) και Δημήτρης (1956).

Συνέχεια

Στα 85α γενέθλια του Μίκη Θεοδωράκη

«θέλω να σας θυμίσω κάτι που έλεγα κάποτε : ότι ο Έλληνας πρέπει να αισθανθεί ότι δεν μπορεί να υποχωρήσει πια. Πηγαίνει πίσω, πίσω, πίσω ..και όταν θα ακουμπήσει τον τοίχο τότε γίνεται ή προδότης ή ήρωας. Προσέξτε γιατί η ώρα φτάνει για σας τους νεώτερους. Διαλέξτε!»

…είπε ο Μίκης Θεοδωράκης την ημέρα των γενεθλίων του στον Λυκαβηττό και μου φάνηκε σοφό και όμορφο και ήθελα να το αναμεταδώσω σε ένα ποστ.

Με πρόλαβε ο Χερ Κάπας και άλλοι και δεν το έκανα (δες –> εδώ).

Μετά από λίγες μέρες διάβασα την εμπειρία του Στέλιου Ελληνιάδη στην εφημερίδα «δρόμο» (δες –> εδώ)  και βρέθηκα σε μεγάλο δίλημμα. Τι είναι πιο σημαντικό; Η ρήση του Μίκη ή η αδιαφορία του απέναντι στο πρόβλημα των 150 ελλήνων δασκάλων της Ουκρανίας, Ρωσίας και Γεωργίας;

Τελικά, έπρεπε να είχα γράψει ένα θετικό ή ένα αρνητικό κείμενο για εκείνη την βραδιά, την 31.046η βραδιά της ζωής του Μίκη;

Ακόμη, δεν ξέρω…

Κι αν μου Κάτσει;

 

To «Κι αν μου κάτσει», είναι το πρώτο βιβλίο της Κατερίνας Μπέη.

Το «Κι αν μου Κάτσει» είναι ένα αυτοσαρκαστικό, δροσερό, μυθιστόρημα, με αίσθηση προφορικού λόγου κι αλογόκριτη γραφή, που σε ξαφνιάζει πολλές φορές με την ειλικρίνειά του.

Πάνω από όλα όμως ανταποκρίνεται στον υπότιτλο – οδηγία του: «Διαβάζεται με γυαλιά ηλίου»

 
 
.
 
Περίληψη
 
Η ψυχαναγκαστική και καταπιεσμένη Τίνα, βλέπει την ζωή της να ανατρέπεται καθώς κερδίζει ένα λαχείο.
 
Για πρώτη φορά, αποφασίζει να μην ακούσει κανέναν, και να κάνει όλα αυτά που έχει στερηθεί στην ζωή της.
 
Κάνοντας μια λίστα απωθημένων καταλήγει στα εξής: αυτά που τις λείπουν είναι ερωτικές εμπειρίες, ταξίδια και να γράψει το βιβλίο της.
 
Αποφασίζει λοιπόν για ένα χρόνο, κάθε τελευταία βδομάδα κάθε μήνα, να ταξιδεύει σε μια χώρα που κληρώνει στη τύχη με σκοπό να κάνει one night stand και να το καταγράψει στο βιβλίο της.
 

Φυσικά η ζωή είναι πιο δυνατή από τις προθέσεις της, κι η περιπέτειά της παίρνει απρόσμενη τροπή.
 
 

 .

 

Απόσπασμα από το ταξίδι της Τίνας στο Άμστερνταμ:
«Μαζευόμαστε καμιά τριανταριά. Μαστουρώνεις και μόνο από το ντουμάνι. Μια πανύψηλη κοπέλα, η Ούτε (όπως το διαβάζετε) φέρνει ένα μεγάλο σοκολατένιο κέικ. Τρώω ένα κομμάτι. Έχει περίεργη, γλυκόπικρη γεύση. Νιώθω τη διακριτική γεύση της κανέλας, και την αυθάδικη παρουσία του γαρίφαλου!
Το κεφάλι μου αρχίζει να γυρίζει. Για την ακρίβεια νιώθω σαν να έχω βγάλει ένα δεύτερο- πιο μικρό κεφάλι- μέσα στο κανονικό, και το δεύτερο είναι χωρίς λαιμό, και σφυροκοπάει στα τοιχώματα του πρώτου κεφαλιού.
Αυτή τη σκέψη, την δικαιολογώ μόνο όταν ο Αγκουστίνους μου λέει πως είναι space κέικ, δηλαδή εμπλουτισμένο με διάφορες ποικιλίες χασισιού.
Μάλλον, δεν ήταν η διακριτική γεύση της κανέλας, ούτε η αυθάδικη παρουσία του γαρίφαλου, αυτό που νόμιζα ότι ένιωσα. Η κοινή κατανάλωση κέικ δίνει στον Αγκουστίνους το άλλοθι να μου τη πέσει. Πάει να με φιλήσει, χωρίς να του έχω δώσει κανένα δικαίωμα.
Τον σπρώχνω και με ακούω, να του λέω κάτι ξενέρωτο του τύπου: «αφού εσύ τα είχες με τη κολλητή μου».
Με κοιτάζει χωρίς να καταλαβαίνει τι του λέω, με ξαναλέει «Χελένα» και μετά πάει και φιλιέται με μια χοντρή με ροζ μαλλιά που κάθεται στην γωνία και τρώει πατατάκια με τα μισοφαγωμένα, μπλε νύχια της.

  Τα κεφάλια μου- και τα δύο- κάνουν κύκλους, κι έχω σχεδόν ξαπλώσει στον καναπέ, δίπλα σε μια τραβεστί με μίνι φούστα και τεράστια αποκρουστικά χείλια. Μπορεί να είναι και τρανσέξουλ, δεν είμαι σίγουρη. Ή απλά άσχημη γυναίκα. Ή άντρας που δε ξέρει να ντυθεί. Δε ξέρω τίποτα, κι ούτε μπορώ να σκεφτώ. Λουφάζω και κολλάω σε μια θαλασσογραφία κρεμασμένη στον απέναντι τοίχο, η οποία για τους δικούς μου λόγους μου φτιάχνει το κέφι. Τρώω άλλη μια μπουκιά από το κέικ, όταν ξαφνικά ο χρόνος σταματάει. Μπαίνει μέσα Εκείνος

 

 

 

 

Βιογραφικό Κατερίνας Μπέη
Σπούδασε στη Νομική Αθηνών και στο Δημοσιογραφικό Κολέγιο, δούλεψε τρία χρόνια σε μπαρ και δέκα σε περιοδικά (Κλικ, Status, Cosmopolitan Harpers Bazzar, Ταχυδρόμος, Esquire κ.τ.λ.) .
Από 1998 συνεργάζεται σε σενάρια για ταινίες ( «Θηλυκή Εταιρία», «Φούσκα», «Η Λίζα κι όλοι οι άλλοι», «Η Καρδιά του Κτήνους») και παράλληλα γράφει σειρές για την τηλεόραση( «Σχεδόν Ποτέ», «Μόνη εξ αμελείας», «Χρυσά Κορίτσια», «Λούφα και Παραλλαγή»).
To «Κι αν μου κάτσει» είναι το πρώτο-αλλά όχι και το τελευταίο της- βιβλίο.

 

http://www.miss.gr/portal/diaskedase-to/book/1642oz_201007061642.php3

http://www.senariografoi.gr/script.php?l=gr&p=membersDetails&member=148


Οι CAROUSEL σε τραγούδια από την Μεσόγειο

Μπαράκι του Βασίλη
Διδότου 3,  σύνορα Κολωνάκι/Εξάρχεια
ΣΑΒΒΑΤΟ 13-3-2010

CAROUSEL 

Η Μεσόγειος, η θάλασσα που ενώνει λαούς και πολιτισμούς είναι  η πηγή έμπνευσης των Carousel. Ταξιδεύουν στην ευρωπαϊκή μεριά της με ένα πρόγραμμα που περιλαμβάνει τραγούδια από την Ιταλία (καντσονέτες, ταραντέλες, παραδοσιακά, ελληνόφωνα κ.ά.), Πορτογαλία, Ισπανία, Γαλλία, Κορσική αλλά και τραγούδια των  N.Rota και  N. Piovani.

Συνέχεια

ArTherapy Avant Premiere

«Οι θεραπευτικές ιδιότητες της τέχνης είναι παλιά ιστορία»
Νίκος Περάκης

Η πρόσκληση ήταν σχεδόν απειλητική. Έτσι δεν μπορέσαμε να αντισταθούμε και τελικά δεν το μετανιώσαμε.

Το “Artherapy”  είναι μια διαφορετική ταινία από τις ‘συνηθισμένες’ του Νίκου Περάκη. Η κοινή επαφή με την υπόλοιπη φιλμογραφία του σκηνοθέτη είναι η εμμονή του στο να αποτυπώνει στην οθόνη σαν σε ντοκιμαντέρ (docu) την τρέχουσα Ελληνική πραγματικότητα με στοιχεία μυθοπλασίας (fiction). Στις περισσότερες ταινίες του προσπαθεί να περιγράψει τα διαπλεκόμενα  συμφέροντα, από το κεφάλαιο, την πολιτική μέχρι τα ΜΜΕ.

Συνέχεια

Στον «Σταυρό του Νότου» με τον Μίλτο Πασχαλίδη

 

Το Σάββατο βρεθήκαμε με την παρέα στον Σταυρό του Νότου που τραγούδαγε ο Μίλτος Πασχαλίδης.
Μαζί του ο Θύμιος Παπαδόπουλος στα πνευστά, ο Στέλιος Κάτσαρης στο πιάνο, ο Νίκος Καρατζάς στα κρουστά, ο Κώστας Κωνσταντίνου στο κόντρα – μπάσο, ο Αντρέας Αρβανίτης στη λύρα και στο λαούτο και η ερμηνεύτρια Άννα Λινάρδου. 
Έχουν περάσει πάρα πολλά χρόνια από τότε που όλοι οι θαμώνες απο ένα κατάμεστο μαγαζί γνώριζαν και τραγούδαγαν μαζί με τον τραγουδιστή τα τραγούδια του. Μπουάτ της δεκαετίας του 70 θύμιζε ο «Σταυρός του Νότου» το Σάββατο 6 Μαρτίου 2010.  

Από αυτή την βραδυά και το επόμενο video.

.

Συνέχεια

Μελίνα Μερκούρη

imagemagic[8]Γεννήθηκε σαν σήμερα πριν 89 χρόνια (18 Οκτωβρίου του 1920) στην Αθήνα.
Αποφοίτησε το 1944 απο τη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου όπου είχε δάσκαλο τον Δημήτρη Ροντίρη. Το 1945 ερμηνεύει τον πρώτο της πρωταγωνιστικό ρόλο, το ρόλο της Λαβίνια στο έργο του Ευγένιου Ο’ Νηλ «Το πένθος ταιριάζει στην Ηλέκτρα» (θίασος Κατερίνας, θέατρο «Κεντρικόν»).
Η πρώτη της όμως μεγάλη επιτυχία έρχεται με το «Λεωφορείον ο πόθος» του Τενεσί Ουίλιαμς, παράσταση του «θεάτρου τέχνης», όπου ερμηνεύει το ρόλο της Μπλάνς Ντυμπουά. Συνεχίζει τη συνεργασία της με τον Κάρολο Κουν και το «Θέατρο Τέχνης» και εμφανίζεται σε έργα των Άλντους Χάξλεϊ, Άρθουρ Μίλλερ, Φίλιπ Τζόρνταν και Αντρέ Ρουσέν.

Ακολουθεί μια μεγάλη περίοδος όπου εργάζεται με επιτυχία στο Παρίσι. Παίζει στο «Le Moulin de la Galette», στο «Les Compagnons de la Marjolaine», στο «Il etait une gare». Εκεί θα γνωρίσει τον Ζαν Κοκτώ, τον Ζαν Πωλ Σαρτρ, την Κολέτ, τη Φρανσουάζ Σαγκάν.
Συνέχεια